καρφίν[kaɾ̥fín]Ουσιαστικό, ουδέτερο ΠαράδειγμαΥποκοριστικά: καρφούδιν, καρφούιν. ΣημειώσειςΥποκοριστικά: καρφούδιν, καρφούιν.