κασαρολλίν[kasaɾolːín]Ουσιαστικό, ουδέτεροκατσαρολλίν ΠαράδειγμαΥποκοριστικά: κασαρολλούιν. ΣημειώσειςΥποκοριστικά: κασαρολλούιν.