πασ̌ιουρτής
[paʃuɾ̥tís]
Επίθετο, Τριγενές
[paʃuɾ̥tís]
Επίθετο, Τριγενές
Παράδειγμα
Υποκοριστικά: πασ̌ιουρτούης, πασ̌ιουρτούα, πασ̌ιουρτούιν. Μεγεθυντικά: πασ̌ιούρτας, πασ̌ιούρτα.
Σημειώσεις
Υποκοριστικά: πασ̌ιουρτούης, πασ̌ιουρτούα, πασ̌ιουρτούιν. Μεγεθυντικά: πασ̌ιούρτας, πασ̌ιούρτα.

