παντόφλα
[pandófla]

Ουσιαστικό, θηλυκό

παντούφλα


Παράδειγμα

Υποκοριστικά: παντοφλούα.

Σημειώσεις

Υποκοριστικά: παντοφλούα.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.