σβουρτής
[zvuɾ̥tís]

Επίθετο, Τριγενές

σγουρτής


Παράδειγμα

Υποκοριστικά: σγουρτούα, σγουρτούδιν, σγουρτούιν.

Σημειώσεις

Υποκοριστικά: σγουρτούα, σγουρτούδιν, σγουρτούιν.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.