όξινον
[óksinon]

Ουσιαστικό, ουδέτερο

όξυνον


Παράδειγμα

Υποκοριστικά: οξινούιν.

Σημειώσεις

Υποκοριστικά: οξινούιν.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.