κάμνω κάποιον φοινιτζ̆ιάδημιουργήθηκε από mariacon (τροποποιήθηκε 28 Δεκεμβρίου 2015) Εγκωμιάζω κάποιον, κυρίως όταν δεν είναι παρών. Κοινή αργκόΧαρακτηρισμός κατάστασης
ανάφκω την κάποιουδημιουργήθηκε από Mikaella_Papantoniou (τροποποιήθηκε 6 Μαρτίου 2016) Χαστουκίζω κάποιον, του δίνω πατσαρκές. Κοινή αργκόΝεανική γλώσσα
λάμνε μαυροΰρεφκεδημιουργήθηκε από makats (τροποποιήθηκε 28 Δεκεμβρίου 2015) Βλ. άμμε μαυροΰρεφκε. Υβριστικό
πάω τριφτόςδημιουργήθηκε από kttera01 (τροποποιήθηκε 2 Ιανουαρίου 2016) Κάνω κάτι κάτω από μεγάλη πίεση χρόνου. Κοινή αργκό
πόσα το κιλόν;δημιουργήθηκε από mymaria (τροποποιήθηκε 3 Μαρτίου 2016) Ειρωνική ερώτηση που απευθύνεται σε κάποιον που καθαρίζει τη μύτη του με το χέρι του. ΕιρωνικόΝεανική γλώσσαΧιουμοριστικό
έν την παλεύκωδημιουργήθηκε από katerina thoma (τροποποιήθηκε 3 Μαρτίου 2016) Δεν τα καταφέρνω, δεν τα βγάζω πέρα. Νεανική γλώσσα
σαρκά του δημαρχείουδημιουργήθηκε από TTheodoros (τροποποιήθηκε 1 Οκτωβρίου 2016) Αυτός που συγκεντρώνει όσο μπορεί περισσότερα από οτιδήποτε υπάρχει γύρω του. Χαρακτηρισμός προσώπου
για καυλιές (σ̌σ̌ιστές)δημιουργήθηκε από TTheodoros (τροποποιήθηκε 16 Ιανουαρίου 2016) (μτφ) Χάλια, για κλάματα - ή για γέλια, όπως το πάρει κανείς. Ξιτιμασ̌ιά
αρτζ̆ίθκια της μούλαςδημιουργήθηκε από TTheodoros (τροποποιήθηκε 6 Μαρτίου 2016) Αποκλείεται, δεν υπάρχει καμία πιθανότητα. Ξιτιμασ̌ιά