ζάβαλλε (μου)
[zːávalːe]
Φράση

ζάβαλλι

Προέλευση

Δάνειο από το τουρκ. zavallı 'φτωχός, κακομοίρης'.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.